- κωλοτομικός
- -ή, -όφρ. μουσ. «κωλοτομική δομή» — η χρήση ορισμένων μουσικών οργάνων για τον τονισμό συγκεκριμένων χρονικών διαστημάτων.[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. colotomic (structure «δομή») < αγγλ. col(ο)- (< λατ. colon < κῶλον «μέλος») + -tomic < -tome < -τομος < τέμνω].
Dictionary of Greek. 2013.